Η λέξη ‘’τραύμα’’ προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα ‘’τιτρώσκω’’, το οποίο σημαίνει ‘’πληγώνω’’. Το τραύμα εμφανίζεται, όταν το άτομο βιώνει μια εμπειρία, που ξεπερνά τις δυνατότητες διαχείρισής του. Ορισμένα παραδείγματα τραυματικών βιωμάτων είναι ο αιφνίδιος ή πρόωρος θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, οι φυσικές καταστροφές, τα ατυχήματα, η κακοποίηση, η παραμέληση, κ.ά. Το τραύμα συνοδεύεται από δύσκολα και επώδυνα συναισθήματα, όπως θυμός, ντροπή και ενοχή και μπορεί να επιδρά στη ζωή του ατόμου για πολλά χρόνια μετά το τραυματικό βίωμα, καθώς στοιχεία του περιβάλλοντος (triggers) μπορεί να πυροδοτήσουν εκ νέου το τραυματισμένο κομμάτι του εαυτού του, με αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται παρόμοιοι αμυντικοί μηχανισμοί και να επαναβιώνονται αντίστοιχα συναισθήματα κινδύνου και απώλειας ελέγχου. Το ανεπεξέργαστο τραύμα συνδέεται, λοιπόν, με ιδιαίτερα δυσμενείς συνέπειες στη λειτουργικότητα του ατόμου, επηρεάζοντας την αυτοεκτίμηση, τις σχέσεις, αλλά και τη σωματική του υγεία.
Μέσα από την ψυχοθεραπεία, το άτομο εντός ενός ασφαλούς πλαισίου και με σεβασμό στον προσωπικό του ρυθμό έχει την ευκαιρία να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο το τραύμα επιδρά στη λειτουργία του εγκεφάλου του, να έρθει σε επαφή με τα ανεπεξέργαστα συναισθήματα που συνδέονται με το τραύμα και να δημιουργήσει μια συνεκτική αφήγηση για την εμπειρία του, η οποία συμβάλλει στην ανάκτηση της ασφάλειας και της αίσθησης ελέγχου στη ζωή του. Βασική αρχή της θεραπευτικής διαδικασίας αποτελεί η παραδοχή, ότι τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις στο τραύμα έχουν προστατευτικό ρόλο, προσανατολισμένο στην επιβίωση του ατόμου. Η θεραπεία του τραύματος αποτελεί μέρος της ευρύτερης ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης, στην οποία συμμετέχει ο/η θεραπευόμενος/η και λαμβάνει χώρα σε ατομικό, ομαδικό ή οικογενειακό πλαίσιο.
